Πολλά ήταν τα μηνύματα και οι ερωτήσεις φίλων και αναγνωστών αναφορικά με την ενίσχυση του αιωνίου αντιπάλου. “Δυνάμωσε πολύ με Μπουρούση”, “πήρε και Τζέημς”, “αν πάρει και Κλαβέρ και 3άρι τι κάνουμε” και άλλα τέτοια πολλά. Δε θα γράψω ωραία λόγια ν’ αγαπιόμαστε, όντως ο ΠΑΟ έχει κάνει πολύ καλές προσθήκες και η μέχρι σήμερα διάθεση είναι πως θα γίνουν ακόμα δύο μεταγραφές πρώτης γραμμής. Πράγματι φτιάχνεται ένα πολύ καλό ρόστερ, από τα ισχυρότερα στην Ευρώπη σε αντίθεση με τα τελευταία χρόνια στην μετά-Ομπράντοβιτς εποχή όπου οι επιλογές προπονητών και παικτών γινόταν με κριτήρια λοτταρίας. Ο ΠΑΟ έχασε την ταυτότητά του τρεις φορές, επιλέγοντας τεχνικούς με εντελώς διαφορετική φιλοσοφία και αυτό κατά τη γνώμη μου ήταν το μεγαλύτερο σφάλμα της πράσινης διοίκησης που απομάκρυνε την ομάδα από τους τίτλους και τις διακρίσεις. Ιβάνοβιτς, Πεδουλάκης και Τζόρτζεβιτς, εκπροσωπούν σχεδόν διαφορετικές σχολές μπάσκετ και προσέγγισης σε σετ και τρανζίσιον παιχνίδι.
Αισίως, αποφασίστηκε η παραμονή Πεδουλάκη, ενός προπονητή που τον ξέρουμε και μας ξέρει, που δεν κρύβει πολλές εκπλήξεις αν και ανανεώνεται και λάτρη της άμυνας και το οργανωμένου 5 Vs 5. Ο Μπουρούσης είναι ένας παίκτης που αναμφίβολα θα βοηθήσει πολύ τον ΠΑΟ σε αρκετούς τομείς, επιθετικά και αμυντικά, αφού διαθέτει στοιχεία στο παιχνίδι του που δύσκολα συναντάς σε “ευρωπαϊκά 5άρια”. Το γεγονός ότι δεν καταλαμβάνει θέση ξένου επίσης είναι ένα ισχυρό πλεονέκτημα που μεταφράζεται σε μεγαλύτερη πληθώρα επιλογών παίκτη ξένου στο ροτέισον, προσδίδοντας χαρακτηριστικά που ενδεχομένως απουσιάζουν. Ο Τζέημς, είναι ένας εκρηκτικός -όχι σταθερός- παίκτης, με τεράστια ποιότητα και εξαιρετικά αθλητικά προσόντα. Στην προοπτική μεταγραφής στον Ολυμπιακό, είχα τις επιφυλάξεις μου, προερχόμενες από την απειρία του σε αγώνες υψηλής πίεσης αλλά και τη μέτρια παρουσία του στο περυσινό Φ4.
Το θέμα όμως που πρέπει να μας προβληματίζει, είναι τι γίνεται στη δικιά μας την καμπούρα. Η ανανέωση Σπανούλη και η προσθήκη Μπιρτς είναι δύο σημαντικά νέα με θετικό πρόσημο, όμως αφενός εμπεριέχουν ρίσκο, αφετέρου εξαρτώνται εν πολλοίς από τις υπόλοιπες μεταγραφές που επίκεινται. Ο Καναδός έχει την μεγαλύτερη προοπτική απ’ όλους τους ψηλούς που ήρθαν τα τελευταία 5 χρόνια στο λιμάνι, όμως πρέπει να αποδείξει στο παρκέ ότι αντέχει τον πρωταθλητισμό. Σε συνδυασμό με τον προερχόμενο από τραυματισμό Γιανγκ, έχουμε ένα δίδυμο ψηλών με τρομακτικό potential αλλά με ερωτηματικό στο current ability. Στο “4”, περιμένουμε σαν το άγιο φως του Πάσχα τον Οκάρο Γουάιτ, έναν αθλητή που εκτιμώ και θα ήθελα στον Ολυμπιακό, αλλά δε θέλω να κρύψω ότι όλη αυτή η αναμονή έχει αρχίσει και να με προβληματίζει και να με κουράζει. Καταλαβαίνω απόλυτα ότι για όλους τους Αμερικανούς,, δύο είναι τα βασικά κίνητρα, το ΝΒΑ και τα χρήματα. Η επαγγελματική ανέλιξη είναι απόλυτα συνυφασμένη με τους πρώτους δύο παράγοντες και κυρίως με τον τελευταίο, ωστόσο η καθυστέρηση στην επιλογή του back up του Πρίντεζη μπορεί να αποβεί μοιραία. Βέβαια, κάποιος θα μπορούσε να πει ότι υπάρχει και το “σωσίβιο” που λέγεται Αγραβάνης, δεδομένων και των καλώς εμφανίσεών του με την εθνική. Εγώ επιμένω πως ακόμα δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος σε σταθερό ροτέισον με ρόλο και θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως μπαλαντέρ στις θέσεις “4” και “5”.
Πάμε τώρα στο σημαντικότερο ζήτημα της φετινής στελέχωσης του Ολυμπιακού.
Αυτό φυσικά είναι η επιλογή του ξένου γκαρντ. Όσο κι αν φαίνεται υπερβολικό, αυτή η κίνηση θα καθορίσει πάρα πολλά στην φετινή πορεία της ομάδος. Η ομάδα διαθέτει αυτή τη στιγμή τέσσερις καθαρόαιμους περιφερειακούς. Μάντζαρής, Χάκετ, Αθηναίου και Σπανούλης. Από τους πρώτους τρεις ο Ολυμπιακός στο Τοπ-16 πήρε μόλις 4,1(!) ασίστ κατά μ.ο.. Νούμερο τραγικά μικρό για μια ομάδα που θέλει να κατακτήσει την κορυφή. Ο ξένος που θα έρθει θα ήταν καλό να είναι γρήγορος, δημιουργικός και δευτερευόντως σκόρερ κι ας έχουν “πιπιλήσει” οι περισσότεροι το μυαλό σας για το αντίθετο. Ο Ολυμπιακός δεν έχει παίκτη με εκρηκτικότητα, ικανότητα να μαρκάρει γρήγορους αντιπάλους και να παίζει με μέτωπο στο στεφάνι σε σταθερή βάση, ικανό δηλαδή στο isolation game δημιουργώντας ρήγματα άρα κενά στην αντίπαλη άμυνα προκαλώντας συνθήκες μις ματς ή ελεύθερων σουτ στην περιφέρεια. Ο Γκριν είναι μια περίπτωση που θεωρητικά καλύπτει τα παραπάνω “θέλω”, περισσότερο από τον Χάρντι. Ένας Άαρον Τζάκσον θα ήταν ενδεχομένως γάντι σ’ αυτόν το ρόλο, ακόμα ίσως και ο Τζέησον Γκρέηντζερ που έχει και εμπειρία Ευρωλίγκας.
Η αύξηση του φόρου στα συμβόλαια είναι ένα αγκάθι που δυσκολεύει την προσέλκυση “ακριβών” περιπτώσεων όμως ο πρωταθλητισμός δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά στο know how και στο οικογενειακό κλίμα των αποδυτηρίων. Χρειάζεται και ορισμένες μικρές αλλά απαραίτητες υπερβάσεις. Το καλό της υπόθεσης και ο σημαντικότερος λόγος για να είμαστε αισιόδοξοι εν όψει της νέας απαιτητικής σεζόν, είναι πως μιλάμε για μια έτοιμη ομάδα με τον ίδιο προπονητή, με μεγάλο κίνητρο και διοίκηση που είναι οικονομικά σταθερή.