
Το μπάσκετ δεν είναι απλώς ένα παιχνίδι· είναι ένα πεδίο μάχης, ένας χορός λεπτών ισορροπιών, όπου η λογική και το συναίσθημα συγκρούονται διαρκώς. Και αν υπάρχει ένας προπονητής που ενσαρκώνει αυτή την πάλη στο ερυθρόλευκο μπασκετικό τμήμα έχοντας δεχθεί σφοδρή κριτική θεμιτή και αθέμιτη, αυτός είναι ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Ο αρχιτέκτονας του σύγχρονου Ολυμπιακού, ο άνθρωπος που επέστρεψε στον πάγκο των «ερυθρολεύκων» όχι ως απλός τεχνικός, αλλά ως σύμβολο μιας ομάδας που επιζητά διαρκώς την κορυφή. Κι όμως, η πρόσφατη ήττα από τη Μονακό στην Ευρωλίγκα δεν άφησε μονάχα πληγές στο αγωνιστικό επίπεδο, αλλά έφερε στην επιφάνεια μια πιο ανθρώπινη πλευρά του Έλληνα τεχνικού.
Καθώς αποχωρούσε από το παρκέ, ένα δηλητηριώδες σχόλιο από την εξέδρα έπεσε σαν αστραπή μέσα στη νύχτα και ήταν το κερασάκι σε μια πικρή τούρτα. Ο Μπαρτζώκας, ένας άνθρωπος που έχει ζήσει τη δόξα και την αμφισβήτηση, δεν το άφησε αναπάντητο. Αντέδρασε, όπως θα αντιδρούσε κάθε άνθρωπος που κουβαλά στις πλάτες του την πίεση ενός ολόκληρου συλλόγου. Οι στιγμές αυτές είναι αποκαλυπτικές, γιατί δείχνουν πως ο επαγγελματισμός και η ατσάλινη πειθαρχία που απαιτεί το υψηλό επίπεδο, συχνά λυγίζουν μπροστά στο βάρος των συναισθημάτων.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Γιώργος Μπαρτζώκας βρίσκεται αντιμέτωπος με τέτοιες δοκιμασίες. Πίσω στο 2014, όταν το κλίμα έγινε ασφυκτικό μετά από ήττες σε κρίσιμα ματς, ο Έλληνας τεχνικός είδε τον Ολυμπιακό να τον αποχαιρετά πριν καν φτάσει η σεζόν στη μέση απόρροια ακραίων εσωτερικών οπαδικών συκγρούσεων και αμφισβητήσεων. Δεν ήταν η αγωνιστική του ικανότητα που τέθηκε υπό αμφισβήτηση· ήταν η διαχείριση της πίεσης, η ψυχραιμία που έλειπε σε παιχνίδια-καθρέφτες της νοοτροπίας του ελληνικού μπάσκετ. Οι αναμετρήσεις με τον Παναθηναϊκό ήταν κάτι παραπάνω από αγώνες· ήταν ψυχοφθόρα τεστ αντοχής, μάχες νεύρων όπου το παραμικρό λάθος μεγεθυνόταν υπερβολικά.
Και σήμερα, μια δεκαετία αργότερα, η ιστορία δείχνει έστω και στις παρυφές της να επαναλαμβάνεται, αν και υπό διαφορετικές συνθήκες και κλίμακα. Μετά την απώλεια του Κυπέλλου από τον «αιώνιο» αντίπαλο και τις διαδοχικές ήττες σε όχι τόσο κομβικά παιχνίδια αλλά σε ποιότητα και αριθμούς, ο Μπαρτζώκας μοιάζει –έστω στιγμιαία– να παλεύει ξανά με τους δαίμονες που στοίχειωσαν την πρώτη του θητεία. Η οξυδέρκεια, η στρατηγική σκέψη, η σχολαστική προετοιμασία –όλα αυτά που τον καθιέρωσαν ως κορυφαίο τεχνικό– φαίνεται πως, σε στιγμές έντονης αμφισβήτησης, παραμερίζονται από την αδυναμία να αγνοήσει τον θόρυβο του περιβάλλοντος.
Αναμφίβολα, το πάθος του για τον Ολυμπιακό είναι δεδομένο. Ζει το κάθε ματς σαν να είναι το τελευταίο, μεταδίδει την ένταση και την αγωνία του, γίνεται ένα με το κοινό, με τους παίκτες, με την ίδια την ιδέα της ομάδας. Μα αυτή ακριβώς η ένταση είναι δίκοπο μαχαίρι. Σε έναν κόσμο όπου η υπομονή είναι ανύπαρκτη και η επιτυχία απαιτεί σχεδόν μηχανική ψυχραιμία, οι εκρήξεις θυμού ή απογοήτευσης γίνονται αυτομάτως αντικείμενο ανάλυσης και κριτικής.
Ας μην ξεχνάμε, όμως, πως ακόμη και οι σπουδαιότεροι στρατηγοί χρειάζονται στιγμές ηρεμίας για να σχεδιάσουν την επόμενη νίκη. Ο Γιώργος Μπαρτζώκας δεν έχει να αποδείξει τίποτα σε κανέναν. Έχει ήδη κερδίσει την καθολική εκτίμηση του κόσμου του Ολυμπιακού, όπως και τον σεβασμό του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Αυτό που του απομένει, δεν είναι να σιγήσει τους επικριτές του – αυτοί πάντα θα υπάρχουν. Είναι να αποδεχθεί πως ο δρόμος προς την καταξίωση απαιτεί περισσότερη ψυχραιμία και λιγότερη συναισθηματική εμπλοκή. Διότι, στο τέλος της ημέρας, το μπάσκετ δεν είναι μόνο στρατηγική και τακτικές. Είναι και τέχνη – και η τέχνη χρειάζεται καθαρό μυαλό για να δημιουργήσει αριστουργήματα.