
Η ήττα είναι ήττα. Και σε αντίθεση με τη νίκη, έχει πάντα έναν πατέρα. Το ερώτημα όμως είναι αν αξίζει να ψάχνουμε για ευθύνες ή αν πρέπει να εστιάσουμε στα αίτια και –κυρίως– στις λύσεις. Ο Ολυμπιακός έχασε δίκαια από την Εφές στο ΣΕΦ, σε ένα δεύτερο ημίχρονο που θύμισε περισσότερο σκιά της ομάδας που έχουμε συνηθίσει. Οι 27 πόντοι συνολικά στα τελευταία δύο δεκάλεπτα μιλούν από μόνοι τους.
Ναι, οι δικαιολογίες υπάρχουν: απουσίες όπως των Φουρνιέ, Γουόκαπ, Μακίσικ και Έβανς, συν το ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό που έφθειρε, είναι αντικειμενικοί παράγοντες κόπωσης και διαχείρισης. Όμως, το ρόστερ διαθέτει και παίκτες που μένουν μόνιμα με μηδενικό χρόνο συμμετοχής, παρά το γεγονός ότι αμείβονται με αρκετές χιλιάδες ευρώ. Δεν θα μπορούσαν να δώσουν ανάσες, έστω για μερικά λεπτά, οι Λαρεντζάκης, Νετζήπογλου ή Αντετοκούνμπο; Αν όχι, τότε γιατί βρίσκονται εκεί; Κάτι δεν βλέπει ο Μπαρτζώκας – πιθανόν δίκαια – όμως τότε μπαίνει το ερώτημα του σχεδιασμού: γιατί αποκτήθηκαν ή γιατί ανανεώθηκαν; Ακόμα και οι αλλαγές που έγιναν στο παιχνίδι όμως, ο χρόνος αυτός καθεαυτός στο παρκέ αναφορικά με τη φόρμα ή μη ορισμένων παικτών και η επιμονή σ΄αυτό το πλάνο ανεξάρτητα της ροής του παιχνιδιού, επίσης θεωρώ ότι στοίχισαν, υπονοώντας πως και σαν κοουτσάρισμα, δεν ήταν η καλύτερη βραδιά του προπονητή των ερυθρόλευκων. Προσοχή, δε λέω πως αν επαίζε ο Νετζήπογλου 7΄θα κερδίζαμε, λέω πως αν αγωνιζόταν με συγκεκριμένη αποστολή για παράδειγμα 2-3 λεπτά θα προσέδιδε αξία στο ματς και θα επέτρεπε στον Ντόρσεϊ για παράδειγμα να μπει πιο ξεκούραστος σωματικά και πνευματικά. Πάντα υποθετικά μιλώντας…
Στο αγωνιστικό κομμάτι, το πρόβλημα ήταν ξεκάθαρο. Οι περιστροφές στην άμυνα δεν λειτούργησαν ξανά, με αποτέλεσμα η Εφές να βρίσκει εύκολα ελεύθερα σουτ. Τα switch χρειάζονται συνέπεια και “διάβασμα” – δεν μπορούν να τα υπηρετήσουν όλοι οι παίκτες. Κι όταν στην επίθεση ο αντίπαλος παίζει drop απέναντι σε άσουτα γκαρντ, η κυκλοφορία της μπάλας παγώνει, το spacing χάνεται, και οι επιλογές γίνονται βεβιασμένες. Είναι το ίδιο μοτίβο που βλέπουμε επαναλαμβανόμενα από την αρχή της χρονιάς.
Η ανάγκη για έναν point guard με σουτ και ικανότητα στο pick n’ roll είναι πλέον επιτακτική. Ο Έβανς, ακόμα κι αν επιστρέψει, δε ξέρω αν θα έτοιμος για το επίπεδο της EuroLeague, ενώ ο Γουόκαπ παραμένει ευπαθής. Ο Λι παλεύει, αλλά δεν είναι ο οργανωτής που θα δώσει ρυθμό, ούτε ο απειλητικός σουτέρ που θα “ανοίξει” τις άμυνες. Μια πιθανή “ανταλλαγή” ή προσθήκη σε αυτή τη θέση ίσως να αλλάξει τις ισορροπίες.
Θα είχε ενδιαφέρον να δούμε τον Πίτερς με περισσότερο χρόνο, ακόμη και στο “5” σε σχήματα ανάγκης, ειδικά όταν η ομάδα κολλάει επιθετικά. Και στο “3” δίνει μια έξτρα αιχμή στην επίθεση όμως και πάλι εξαρτάται από τον αντίπαλο που θα έχει. Είναι παίκτης που μπορεί να ανοίξει το γήπεδο, να δώσει έξτρα δημιουργία και σουτ, κάτι που λείπει αφόρητα όταν οι επιθέσεις καταλήγουν σε static isolation.
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας ξεκαθάρισε πως δεν θα υπάρξει άμεσα προσθήκη τραυματία, ούτε πριν το αυριανό ματς με τη Μακάμπι. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο ποσοτικό. Είναι κυρίως θέμα ενέργειας και φρεσκάδας. Αν δεν γίνει ουσιαστικό rotation, τότε ο Ολυμπιακός κινδυνεύει με δεύτερη συνεχόμενη ήττα – απέναντι σε μια Μακάμπι που θα κατέβει με οργή μετά τη “σφαλιάρα” των 20 πόντων από τη Μπαρτσελόνα.
Υ.Γ.: Πολλοί μιλούν για τον Μαλάχι Φλιν, που κάνει θραύση στην Τουρκία. Παίκτης με ποιότητα, ναι, αλλά ούτε αυτός διαθέτει το σταθερό σουτ που τόσο επιτακτικά ζητάει ο Ολυμπιακός από τους point guards του. Και χωρίς απειλή από την περιφέρεια, καμία επίθεση δεν μπορεί να αναπνεύσει στην EuroLeague του 2025.
Ο Ολυμπιακός προφανώς έχει τα φόντα να επιστρέψει. Αλλά χρειάζεται καθαρό μυαλό, ρεαλισμό και μια απόφαση: θα στηριχθεί στο βάθος που διαθέτει ή θα μείνει όμηρος της ίδιας οκτάδας παικτών μέχρι να εξαντληθεί σωματικά και ψυχολογικά;