Ο Βαλάντης Σιδέρης εξηγεί τις αποχωρήσεις από τον Ολυμπιακό κάνοντας μια σκληρή αποτίμηση ειδικότερα στους Μανιάτη και Φινμπόγκασον, ενώ σχολιάζει τη μη προσθήκη εκεί που η ομάδα είχε ανάγκη, λίγες μέρες πριν τα σημαντικά ματς με ΠΑΟΚ και Άντερλεχτ.
Γιατί η ομάδα δεν έκανε μεταγραφές;
Μεταγραφική περίοδος Ιανουαρίου και πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια που η ομάδα δεν αγοράζει ή τέλος πάντων δεν αποκτά, κάποιον ποδοσφαιριστή. Αυτό έγινε για μια σειρά από πολύ συγκεκριμένους λόγους. Αρχικά ο Ολυμπιακός είχε πραγματικά ένα υπερπλήρες ρόστερ σε όλες τις θέσεις. Είτε μιλάμε για το τέρμα, είτε για οποιαδήποτε γραμμή πάνω στο χορτάρι, υπήρχαν τουλάχιστον δύο παίκτες που μπορούσαν να καλύψουν κάθε ανάγκη. Σίγουρα όχι όλοι ίδιας ποιότητας όμως αναμφίβολα παίκτες που μπορούσαν να βοηθήσουν την ομάδα και με δεδομένο ότι θα ξεχώριζαν σε οποιοδήποτε σύλλογο της Super league.
Έπειτα ρόλο σίγουρα έπαιξε η αδυναμία συνέχειας της ομάδας στο Champions league, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η επόμενη τη τάξει διοργάνωση aka Europa league, δεν ενδιαφέρει ή δεν υπάρχουν στόχοι για μια καλή πορεία. Κάθε άλλο. Εντούτοις, τόσο ουσιαστικά αφού μιλάμε για ισχυρότερους στην πρώτη περίπτωση αντιπάλους όσο (κυρίως) οικονομικά, αφού τα.. “αστέρια” συμπεριλαμβάνουν αρκετά περισσότερα εκατομμύρια ευρώ, συνετέλεσαν εξίσου.
Αυτοί κούνησαν μαντήλι
Μανιάτης, Φινμπόγκασον, Γιαταμπαρέ, Αυλωνίτης, Γιαννιώτας, Τζανδάρης, Γούτας, Ιωαννίδης, Μπεν, Ντοσεβί και Ολαϊτάν είναι οι παίκτες που δεν ανήκουν πλέον στον Ολυμπιακό, είτε αυτό αφορά δανεισμό, είτε πώληση. Γι’ αυτούς που ήδη απουσίαζαν από το Ρέντη δε θα γράψουμε πολλά, παρά μόνο ότι αποτελεί “βραβείο” για το σύλλογο, πως καταφέρνει και πουλά παίκτες που δεν υπολογίζονται, βλέπε Γιαταμπαρέ και Ντοσεβί . Αυτό από μόνο του είναι εξαιρετικά σημαντικό δείχνοντας έμπρακτα ότι ο σύλλογος μεγάλωσε ευρωπαϊκά. Αυτοί που θα ασχοληθούμε, είναι οι Μανιάτης και Φινμπόγκασον.
Φάκελος Άλφρεντ Φινμπόγκασον
Για τον Ισλανδό τα πράγματα είναι απλά. Δεν ταίριαζε στο προφίλ του στράικερ που ήθελε ο Σίλβα και μοιραία μετά την απόκτηση του Μπράουν Ιντέγε βρισκόταν σχεδόν επί μόνιμης βάσης στον πάγκο. Ο Φινμπόγκασον έχει το ένστικτο του σκόρερ αν κρίνουμε από την καριέρα του, όμως στον Πειραιά δεν αξιοποιήθηκε αφού ποτέ δεν τον εμπιστεύτηκαν όσο θα έπρεπε. Κανείς δε ξέρει πως θα ήταν η παρουσία του στους νταμπλούχους αν έλειπε ο Νιγηριανός όμως κρίνοντας από τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε ο τελευταίος, υποδηλώνει μια προπονητική προσέγγιση που εκμεταλλεύεται τον κεντρικό επιθετικό εν πολλοίς θυσιάζοντάς τον για το καλό του συνόλου, παρά έχοντάς τον ως κεντρικό στόχο και κύριο αποδέκτη της ερυθρόλευκης επίθεσης.
Από την άλλη, οι όποιες ευκαιρίες πήρε ο Ισλανδός με εξαίρεση το ιστορικό γκολ νίκης στο Λονδίνο κάτι για το οποίο ποτέ δε θα τον ξεχάσουμε, απέβησαν άκαρπες. Αυτό είναι μια πραγματικότητα πέρα από όποιες συμπάθειες μπορεί να έχει ο υπογράφων ή οποιοσδήποτε άλλος στον “Φίνμπο”. Το διαζύγιο μοιάζει λογική κατάληξη αφού και ο παίκτης δεν ήταν ευχαριστημένος από την παραμονή του μέχρι τώρα αλλά και ο Σίλβα που ποτέ δεν τον στήριξε πραγματικά.
Φάκελος Γιάννης Μανιάτης
Τα πράγματα αναφορικά με τον Γιάννη Μανιάτη είναι διαφορετικά. Ο Έλληνας μέσος (και αρχηγός του Ολυμπιακού), ήταν το αγαπημένο παιδί της διοίκησης και όχι άδικα. Από τους ελάχιστους που έπαιζαν με πάθος ανεξαρτήτως αντιπάλου, δείχνοντας πολλές φορές αυταπάρνηση, ακόμα και υπέρ το δέον. Η σχέση αυτή φθάρθηκε από μια εντελώς λάθος αντίδραση του παίκτη στην προσωπική του ζωή η οποία δεν τον τιμά (δε χρειάζεται ανάλυση αυτό) αλλά και σ’ ένα βαθμό από την στάση του κόσμου που πλέον άλλαξε μετά και την συμπεριφορά του παίκτη στο ντέρμπι της Τούμπας όντας μοιραίος(παραλήρημα-κόκκινη κάρτα) σε συνδυασμό με τη παρουσία του στην εθνική ομάδα. Στοχοποιήθηκε πλέον από πολλούς ανεξάρτητα από το τι έκανε έπειτα στο χορτάρι.
Στα αγωνιστικά, την άποψη μου όσοι με ακολουθείτε την ξέρετε. Ο Μανιάτης είναι ένας ποδοσφαιρικής με συγκεκριμένο ποιοτικό ταβάνι που όμως αν αγωνιστεί με ορισμένους περιορισμούς, μπορεί να αποβεί εξαιρετικά χρήσιμος έως και πολύτιμος για οποιαδήποτε ομάδα. Αμέτρητα τρεξίματα, δυναμικά και συνήθως σωστά μαρκαρίσματα, πάθος, ενέργεια και γενικότερα ικανότητα να επηρεάζει προς αυτήν την κατεύθυνση και τους υπόλοιπους συμπαίκτες του. Ο Μανιάτης λοιπόν του δεύτερου χρόνου του στον Ολυμπιακό (είχε έρθει Ιανουάριο ως αναπληρωματικός δεξιός οπισθοφύλακας χωρίς πολλές συμμετοχές), ήταν καταλυτικός στον πορεία του συλλόγου. Από τη στιγμή που αναγορεύτηκε αρχηγός παρασύρθηκε σε μια δίνη, μπερδεύτηκε το μυαλό του αφού ήθελε και προσπαθούσε να παράξει δημιουργία και ενέργειες, που η τεχνική του κατάρτιση και η εν γένει ποιότητά του απλά δεν του επέτρεπε, σε σημείο που πολλές φορές με το άναρχο παιχνίδι του όχι μόνο να μη βοηθάει αλλά να γίνεται και αρνητικός πρωταγωνιστής.
Αυτόν τον Μανιάτη δεν τον είχε ανάγκη ο Ολυμπιακός. Τον παλιό ναι, αλλά πόσο εύκολο ήταν να επιστρέψει σε ένα αυστηρό ανασταλτικό παιχνίδι κέντρου με καθορισμένες “ελευθερίες” και υποχρεώσεις; Πολύ περισσότερο όταν ο αθλητής προέρχεται μετά από έναν τόσο σοβαρό τραυματισμό και μοιραία θα ήθελε να αποδείξει πως όχι μόνο επανήλθε αλλά είναι απαραίτητος στην ομάδα, περισσότερο και από τους Μιλιβόγιεβιτς, Καμπιάσο και Κασάμι που διανύουν μια πολύ καλή σεζόν;
Ποτέ δε θα μάθουμε και σίγουρα και ο ίδιος ο ποδοσφαιριστής δεν ήθελε να μπει στη διαδικασία. Από την ΠΑΕ “βγήκε” προς τα έξω πως ο δανεισμός του αυτός αποτελεί ένα διάλειμμα προς όφελος του ίδιου, έτσι ώστε να επιστρέψει έτοιμος να ξαναπάρει φανέλα βασικού. Αυτό όμως θα εξαρτηθεί από δύο παράγοντες. Πρώτον από την παρουσία του στη Λιέγη και δεύτερον από τις αποδεσμεύσεις που θα κάνει ο Ολυμπιακός το καλοκαίρι στο κέντρο. Αν παραμείνει η γνωστή 3άδα και με τον Ζντιέλαρ που στηρίζεται, τότε και πάλι τα περιθώρια θα είναι στενά.
Η αποτίμηση και η μεταγραφή που δεν έγινε
Συνολικά ο Ολυμπιακός έχοντας φαινομενικά “κερδίσει” Ζντιέλαρ και Πουλίδο στο rotation, με δεδομένη την επιθυμία του Σίλβα να μικρύνει το ρόστερ, θα παρουσιαστεί αν όχι καλύτερος, τουλάχιστον πιο συμπαγής και με μεγαλύτερη ομοιογένεια όπως αυτή θα προκύψει μέσα από τις προπονήσεις. Κανείς “βασικός” παίκτης δεν έφυγε και καμιά απώλεια έμμεση ή άμεση δεν παρατηρήθηκε.
Κατά την προσωπική μου άποψη εκεί που υπάρχει πρόβλημα και θα ήθελε ενίσχυση η ομάδα είναι στο κέντρο της άμυνας. Εκεί όπου η τριπλέτα Σιόβα, Μποτία και Ντα Κόστα έχει εμφανείς αδυναμίες και προβλήματα. Τον Ιανουάριο όμως και ειδικότερα όταν μιλάμε για στόπερ, η μεταγραφή ενός πραγματικά καλού παίκτη, καλύτερου από τους υπάρχοντες, που θα κάνει τη διαφορά με ασφάλεια, είτε δεν υπάρχει είτε θα κοστίζει υπερβολικά, οπότε αποφασίσθηκε να μη γίνει κίνηση.
Η Άντερλεχτ ενισχύθηκε όμως ο Ολυμπιακός της Ευρώπης θεωρητικά θα είναι τουλάχιστον ανταγωνιστικός και ίσως με τον τίτλο του φαβορί. Εξάλλου και η ομάδα τις τελευταίες εβδομάδες επιδεικνύει βελτίωση και αν δεν έχουμε απρόοπτους τραυματισμούς, η πρόκριση δε πρέπει να φαντάζει και τόσο μακρινή. Αξιόπιστα συμπεράσματα μόνο στη βάση του ευκταίου μπορούμε να κάνουμε κι αυτό αφορά μόνο τα εκτός συνόρων ματς αφού ο εγχώριος τίτλος έχει κριθεί. Τα ματς με τους Βέλγους είναι δύσκολα και απαιτούν το 100% όπως και τύχη, ιδιότητες που ο Ολυμπιακός στα διπλά παιχνίδια παραδοσιακά αγνοεί. Θα υπάρξει φέτος κάτι διαφορετικό; Μακάρι…