
Είναι ένας παίκτης που και μόνο στο άκουσμα της μεταγραφής στον Πειραιά, ξεσηκώνει το ερυθρόλευκο μπασκετικό κοινό. Ένας αθλητής γεννημένος σκόρερ, από τους λεγόμενους killers, επιθετικά σημεία αναφοράς το ευρωπαϊκό μπάσκετ.
Ο Κιθ Λάνγκφορντ φημολογείται έντονα πως ενδιαφέρει τον Ολυμπιακό και αποτελεί μάλιστα τον πρώτο στόχο. Πόσο ρεαλιστική και ωφέλιμη θα ήταν όμως μια τέτοια μεταγραφή;
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά δεδομένα. Ο Λάνγκφορντ, κάτοχος πέρυσι του βραβείου “Αλφόνσο Φορντ” ως πρώτος σκόρερ της Ευρωλίγκα με την Αρμάνι, βαδίζει στα 32 του χρόνια, το Σεπτέμβριο τα κλείνει. Έχει μια πλούσια καριέρα τόσο βάσει αριθμών όσο και χρημάτων.
Στο σύγχρονο αθλητισμό αυτός που σκοράρει, αμείβεται και ανάλογα. Επί έξι συναπτά έτη στην Ευρωλίγκα, αποτελεί την επιθετική αιχμή του δόρατος σε όποια ομάδα κι αν αγωνίστηκε. Κίμκι, Μακάμπι, Αρμάνι και Ούνικς. Μέσος όρος του όλα αυτά τα χρόνια, 15.7(!) πόντους. Εκπληκτική σταθερότητα στις επιδόσεις, ιδιότητα που δεν είναι εύκολο να συναντάς. Ο αΑμερικανόςγκαρντ, δεν είναι πυροτέχνημα. Είναι ένας μπαρουτοκαπνισμένος “μπομπέρ” που μπορεί να σε “σκοτώσει” μόνος του, κάτι που έκανε άλλωστε και κόντρα στον Ολυμπιακό στο Μιλάνο τη σεζόν 2013-14 όταν οι Πειραιώτες είχαν συντριβεί από την Αρμάνι.
Σαν Αμερικανός όμως, οι φιλοδοξίες του συνάδουν και με το πορτοφόλι του. Περίπου δύο εκατομμύρια δολάρια έχει λαμβάνειν ο Κιθ, ποσό απαγορευτικό τόσο για τους ερυθρόλευκους όσο και τη συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών συλλόγων.
Μπορεί να αγωνιστεί τόσο σαν πλέι μέικερ όσο και στο “2”. Δεν είναι ο πιο δημιουργικός παίκτης στον κόσμο, όπως δεν είναι και ο καλύτερος αμυντικός. Εντούτοις διατηρεί έναν αξιοπρεπές μ.ο. ασίστ την Ευρωλίγκα (2.6) ενώ στην άμυνα δεν λογίζεται ως αδιάφορος, αλλά ως εκεί. Δεν είναι ο παίκτης που θα παλέψει με πάθος μια χαμένη μπάλα, που θα κυνηγήσει τον αντίπαλο γκαρντ σ΄όλο το γήπεδο, που θα πιέσει μανιωδώς πάνω στη μπάλα στο κατέβασμα αυτής. Και λογικό είναι, αν τα κανε όλα αυτά θα είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στο ΝΒΑ.
Στα καθ’ ημάς τώρα. Πόσο ταιριάζει στον Ολυμπιακό του Γιάννη Σφαιρόπουλου;
Έχουμε διαπιστώσει και γράψει δεκάδες φορές, πως αρχή του κόουτς είναι η άμυνα, στοιχείο που δε διακρίνεται με έμφαση ο Λάνγκφορντ. Επίσης όμως, έχουμε σχολιάσει και το γεγονός πως η ομάδα θα χρειαζόταν μια ακόμα δυνατή επιλογή στην επίθεση, ειδικά στην περιφέρεια. Έναν παίκτη που να μπορεί να “σκοράρει μόνος του” ή να δημιουργήσει τις συνθήκες για τους υπόλοιπους με τυχόν ντράιβ ή ρήγματα. Κάτι που δεν έκανε ποτέ ο Λαφαγιέτ και όποτε το θυμόταν ο Σλούκας.
Συνεχίζουμε. Πόσο εύκολο είναι να συνυπάρξουν στο ίδιο ρόστερ με τον Σπανούλη και μάλιστα να δεχθεί ο Αμερικανός αναπληρωματικό ρόλο, έχοντας μάθει σ’ όλη του την καριέρα να είναι ο σταρ; Δύσκολο αφού ακόμα είναι και σε “καλή” ηλικία. Και δεν αναφέρομαι στο ενδεχόμενο να βρίσκονται και οι δύο στην ίδια πεντάδα. Αυτό θα ήταν υπέροχο επιθετικά αλλά αμυντικά ίσως και κωμικό.
Παρακάτω. Ο Λάνγκφορντ δεν είναι άγιος αλλά σίγουρα δεν τον συγκαταλέγεις στα ….καλά παιδιά. Έχει τις ιδιορρυθμίες, τα περίεργά του, έχει το “εγώ” του και γενικότερα διαφέρει από την τακτική που μέχρι τώρα ακολουθεί ο Ολυμπιακός ο οποίος εξετάζει πρώτα τον χαρακτήρα και έπειτα την μπασκετική ικανότητα μια υποψήφιας προσθήκης και ήταν αυτή εν πολλοίς που συνετέλεσε στη δημιουργία ενός εξαιρετικού κλίματος στα αποδυτήρια που έβγαινε έντονα και στο παρκέ.
Τελειώνοντας. Πόσο εφικτό είναι να σπάσει το συμβόλαιό του με την Ούνικς και να δεχθεί να πάει σε μια ομάδα με αρκετά λιγότερα χρήματα; Γιατί αν θέλει ο Λάνγκφορντ, θα βρει το συμβόλαιο που ζητά. Το κρύο του Καζάν και η μη συμμετοχή της ομάδας στην Ευρωλίγκα, μπορεί να μην του αρέσουν αλλά τα συμβόλαια υφίστανται.
Συνοψίζοντας. Αναμφίβολα ο 32χρονος Αμερικανός είναι ένας παίκτης που θα ανέβαζε επίπεδο τον Ολυμπιακό και θα προκαλούσε ντελίριο ενθουσιασμού στον κόσμο, πρόκειται όμως για μια πολύ δύσκολη περίπτωση απ΄όπου κι αν την προσεγγίσεις και μάλιστα τοποθετημένη σ΄ένα πλαίσιο που διαφέρει παρασάγγας από την μεταγραφική πολιτική των αδερφών Αγγελόπουλων τα τελευταία χρόνια.